Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Διακοπές : ΑΡΑΧΟΒΑ - ΔΕΛΦΟΙ - ΧΡΙΣΣΟ

Η δημοφιλής πλευρά του Παρνασσού

ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΤΑΣΣΑ ΜΠΛΑΤΣΙΟΥ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΕΞΑΡΧΟΠΟΥΛΟΣ

Εξερευνούμε τον Παρνασσό ξεκινώντας από την πιο γνωστή και τουριστική πλευρά του: αφουγκραζόμαστε την καθημερινότητα στη δημοφιλή Αράχοβα, αισθανόμαστε την ιδιαίτερη ενέργεια των Δελφών και απολαμβάνουμε το ήπιο κλίμα των αρχαίων ελαιώνων στο Χρισσό.

ΝΩΡΙΣ ΤΟ ΠΡΩΙ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤΗΝ ΑΡΑΧΩΒΑ και ελάχιστοι από τους επισκέπτες είναι ξύπνιοι, παρόλο που το χιονοδρομικό έχει ανοίξει από τις 8. Το τελευταίο μπαρ έκλεισε πριν από μία ώρα και θα χρειαστεί να μεσημεριάσει για να γεμίσουν οι πίστες με σκιέρ ή απλούς επισκέπτες των σαλέ. Πίνω τον καφέ μου στην κεντρική πλατεία και απολαμβάνω την ησυχία, που δεν θα διαρκέσει για πολύ… Σε λίγο τα τζιπ θα κατακλύσουν τον κεντρικό δρόμο, κάποιος θα αφήσει στη μέση το αυτοκίνητό του για να ψωνίσει κάτι, ο δρόμος θα φρακάρει. Η αστυνομία αφαιρεί πινακίδες ανηλεώς και, όπως πληροφορήθηκα από τον πρόεδρο της Αναπτυξιακής του Δήμου Αράχοβας, Νίκο Γεωργιάδη, «μέσον» δεν λειτουργεί για κανέναν απολύτως, ούτε καν για τον δήμαρχο. Μαζί και ο Θόδωρος, ο λαχειοπώλης, προσπαθεί να βάλει τάξη στο τρελοκομείο με τη σφυρίχτρα του. «Πρέπει να ζητάς ποσοστά από τους τροχονόμους», τον πειράζω. «Τροχονόμος ή τροχομόνος;» αστειεύεται και επιστρέφει στο καθήκον. Το νέο πάρκινγκ (εντυπωσιακού μεγέθους, με καταστήματα και συνεδριακό κέντρο) και ο περιφερειακός δρόμος που σχεδιάζεται αναμένεται να περιορίσουν το κυκλοφοριακό χάος. Και να σκεφτεί κανείς ότι κάποτε η Αράχοβα δεν ήταν παρά ένα πέρασμα για τους Δελφούς, που επιβίωνε πουλώντας ταγάρια και υφαντά...




Εχει έρθει η ώρα να ανακαλύψω την πραγματική πόλη, αυτή που ζει πίσω από τον πολύβουο κεντρικό δρόμο. Ξεναγός μου ο Γιώργος Δημητρέλος, ένας από τους Αραχοβίτες αρχιτέκτονες που με τη δουλειά του συμβάλλει στη διατήρηση της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας της. Ανηφορίζουμε στον περίφημο βράχο της Ωρας ή Καμπαναριό, όπως τον λένε οι ντόπιοι, αφού εδώ υψωνόταν το καμπαναριό του ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου ώς το σεισμό του 1870. Το καλύτερο σημείο για να απολαύσεις τη θέα στην Αράχοβα και στις πλαγιές του Παρνασσού!

«Ο βασικός πυρήνας του χωριού ξεκίνησε από την κάτω πλευρά του κεντρικού δρόμου, που ήταν προφυλαγμένη από ανέμους, είχε καλό προσανατολισμό και φυσικές πηγές», μου λέει ο Γιώργος, δείχνοντάς μου χαμηλά τον μεγάλο πλάτανο που σκεπάζει το εκκλησάκι του Αϊ-Γιάννη. «Οι υπόλοιπες γειτονιές αναπτύχθηκαν σταδιακά γύρω από πηγές με νερά και η μεγάλη ανάπτυξη επήλθε με τη δημιουργία του κεντρικού δρόμου, στις αρχές του 20ού αιώνα». Φαντάζομαι στις πλαγιές του βουνού, που τώρα έχουν γεμίσει με σπίτια, να γαντζώνονται οι αμπελώνες που έβγαζαν κάποτε το περίφημο αραχοβίτικο μπρούσκο κρασί. Χάρη στο κρασί και το λάδι επιβίωνε η Αράχοβα. «Παρόλο που ήταν λιγοστή η παραγωγή, ήταν ένας οικισμός αυτάρκης. Καμία σχέση βέβαια με τον πλούσιο ελαιώνα των Δελφιωτών… αν και αυτοί είναι ματαραμένοι, τσιγκούνηδες δηλαδή», χαριτολογεί. (Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι και οι Δελφιώτες χαρακτηρίζουν τσιγκούνηδες τους Αραχοβίτες.)

Ψηλά, πάνω από τον κεντρικό δρόμο, ξεχωρίζει ο περίφημος Βράχος του Κουτρούλη, ακριβώς δίπλα σε ένα τεράστιο συγκρότημα κατοικιών που προορίζεται για πώληση. Εκεί οι ντόπιοι σκότωσαν τον αρχηγό των Τούρκων Μουστάμπεη στη μάχη της Αράχοβας το 1826, γεγονός που έριξε το ηθικό των Τούρκων και με τη βοήθεια του Καραϊσκάκη επιτεύχθηκε η αποκαλούμενη «δεύτερη επανάσταση της Ρούμελης».

Κατηφορίζουμε στην κάτω πλευρά της δημοσιάς. Πλακόστρωτα και δρόμοι από τσιμέντο περνούν ανάμεσα από τσιμεντένια «κουτιά» αλλά και όμορφα αναπαλαιωμένα σπίτια, που έχουν διατηρήσει αρκετά πιστά την αρχιτεκτονική παράδοση. «Τα σπίτια που κατασκεύαζαν παλιά ήταν εξ ολοκλήρου πέτρινα, με κάποια νεοκλασικά στοιχεία στις αναλογίες τους. Τα μπαλκόνια είναι νεότερη επίδραση. Το μόνο που χάθηκε στις περισσότερες περιπτώσεις είναι οι αυλές». Πολλοί Αθηναίοι αγοράζουν και αναπαλαιώνουν σπίτια στην Αράχοβα - στους 2.000 υπολογίζονται όσοι διαθέτουν εδώ «δεύτερη κατοικία», όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται. Πολλοί από αυτούς είναι οι καλοκαιρινοί θαμώνες της Μυκόνου -εξ ου και ο τίτλος «Η Μύκονος του χειμώνα» που έχει δοθεί στην Αράχοβα- αλλά και εκείνοι που ίσως καθορίζουν το ακριβό της πρόσωπο. Αν και όλοι οι ντόπιοι με ρωτούν σε σχέση με τι είναι ακριβή η Αράχοβα, καλό είναι να γνωρίζει κανείς ότι οι τιμές συγκρίνονται με αυτές του Κολωνακίου. Εκτός αν είναι παρέα με κάποιον ντόπιο - τότε οι τιμές αυτομάτως μειώνονται.

Ανηφορίζουμε τον «εγκάρσιο», όπως τον αποκαλούν οι Αραχοβίτες. Ο κάθετος στον κεντρικό πλακόστρωτος δρόμος οδηγεί στον Αγιο Γεώργιο. «Τα σκαλιά», με πληροφορεί ο Γιώργος Δημητρέλος, «είναι κατασκευασμένα από το περιζήτητο κόκκινο μάρμαρο Παρνασσού. Ως την Ιαπωνία έφταναν οι εξαγωγές, μέχρι που εξαντλήθηκε». Ο Αγιος Γεώργιος με τα αρχαία μάρμαρα αποτελεί σημείο αναφοράς για τους ντόπιους. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι η τουριστική ανάπτυξη δεν έκαμψε τις τοπικές παραδόσεις, αλλά αντιθέτως τις ενίσχυσε. Κάθε χρόνο στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου, 1.500 ντόπιοι ντύνονται με τις παραδοσιακές τους στολές και χορεύουν το χορό τους, το «πανηγυράκι». Την επόμενη ημέρα πραγματο-ποιείται ο ανηφορικός αγώνας μεσήλικων και γερόντων και ο νικητής παίρνει ως έπαθλο ένα ζωντανό αρνί.

Οταν όμως λέει κάποιος Αράχοβα, δεν εννοεί απαραίτητα τον παραδοσιακό οικισμό της. Μπορεί να εννοεί και το σύγχρονο προάστιό της, το Λιβάδι. Παρότι οι Αραχοβίτες δεν θέλουν ούτε να ακούν μια τέτοια σύνδεση, τα δύο οικιστικά σύνολα πλέον συνυπάρχουν λόγω του χιονοδρομικού κέντρου. Σπίτια φινλανδικού τύπου ξεφυτρώνουν στο Λιβάδι σε «συστάδες», καθώς και κέντρα δραστηριοτήτων (ιππασία, πατινάζ κ.λπ.), ταβέρνες και καταστήματα ενοικίασης εξοπλισμού σκι. «Αρέσουν στους Αθηναίους τα φινλανδικά σπίτια, κι ας είναι το κόστος ανακατασκευής των πέτρινων σπιτιών το ίδιο. Η μόνη διαφορά είναι ο χρόνος. Τα ξύλινα παραδίδονται άμεσα», μου λέει ο Γιώργος. Προσωπικά, με ενοχλεί η ραγδαία ανάπτυξη και η άναρχη δόμηση, αλλά ο δήμαρχος της Αράχοβας Γιώργος Ανδρέου το βλέπει διαφορετικά: «Απλώς τα σπίτια δεν είναι ομοιόμορφα, όπως άλλωστε ούτε η ίδια η φύση...» Οσο και να προσπαθώ να θέσω επιχειρήματα, εκείνος εμμένει στη δική του, σεβαστή άποψη. «Αυτοί που μένουν στο Λιβάδι είναι ήρωες», λέει αστειευόμενος. «Οταν ξεκίνησαν να χτίζουν, δεν υπήρχε ούτε ρεύμα ούτε νερό. Μετέτρεψαν ένα τοπίο, το οποίο δεν είχε καμία προσωπικότητα, σε δομημένο χώρο. Στο Λιβάδι, στα Καλύβια, όπως λεγόταν το μέρος, οι Αραχοβίτες καλλιεργούσαν τα σπαρτά τους τα καλοκαίρια, μέχρι που εγκαταλείφθηκε. Είναι πολύ θετικό που διατηρήθηκαν ορισμένα στοιχεία παραδοσιακού οικισμού. Εχτισαν με πέτρα, έβαλαν στέγες, δεν χρησιμοποίησαν κιτς χρώματα, παρότι είχαν το δικαίωμα να το κάνουν. Το πράσινο που φυτεύτηκε και η δημιουργία μιας τεχνητής λίμνης, η οποία θα αξιοποιηθεί τουριστικά και θα επιμηκύνει τη σύντομη σεζόν της περιοχής, είναι επίσης θετικά βήματα». Ευτυχώς, το χιόνι χαρίζει γραφικότητα...

Το Λιβάδι βρίσκεται στην περιφερειακή ζώνη του Εθνικού Δρυμού Παρνασσού -του παλαιότερου εθνικού δρυμού της χώρας μαζί με τον Ολυμπο-, η οποία δυστυχώς δεν προστατεύεται. Επιβαρυμένος από τις αυξανόμενες ανθρώπινες δραστηριότητες είναι και ο πυρήνας του Εθνικού Δρυμού. Η επαναχωροθέτησή του είναι ένα θέμα που πρόσφατα τέθηκε σε διαβούλευση και αναμένονται τα αποτελέσματα.

Ο ομφαλός της γης

Αφήνω πίσω μου τον επιβλητικό όγκο του Παρνασσού και, ακολουθώντας την κατεύθυνση προς Δελφούς, νιώθω την αίσθηση ελευθερίας που αποπνέει το δελφικό τοπίο. Η ιδέα ότι κατευθύνομαι στον Ομφαλό της Γης με συγκινεί. Οι σκληρές απολήξεις των βουνών σταματούν απότομα, δίνοντας τη θέση τους στον αρχαίο ελαιώνα του Χρισσού, που φτάνει μέχρι τη θάλασσα.

Οι Δελφοί αποτελούν Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO από το 1972. Πιάνω από την αρχή το νήμα της ιστορίας του πανελλήνιου ιερού και πιο ξακουστού μαντείου του αρχαίου κόσμου. Ξεκινάω από την Κασταλία Πηγή και, αφού επισκέπτομαι το θόλο του ιερού της Αθηνάς Προναίας και το Γυμνάσιο, ακολουθώ το πλακόστρωτο μέχρι τον περιτοιχισμένο αρχαιολογικό χώρο. Είναι ο δεύτερος σε επισκεψιμότητα, μετά την Ακρόπολη, φτάνοντας τα 700.000 εισιτήρια ετησίως. Ο ναός του Απόλλωνα, οι Θησαυροί και ψηλότερα το Θέατρο και το Στάδιο, που φιλοξενούσαν τα Πύθια -τους δεύτερους σε σημασία αθλητικούς και μουσικούς αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς-, συνθέτουν αυτό το θαυμαστό μνημείο που στέκεται ανάμεσα στις Φαιδριάδες Πέτρες και τις εντυπωσιακές ορθοπλαγιές του Παρνασσού. Εντοπίζω την απαρχή των Δελφών, έναν λίθο κωνικού σχήματος που είναι τοποθετημένος κοντά στο ναό του Απόλλωνα, το σύμβολο του Ομφαλού της Γης, το σημείο όπου σύμφωνα με την παράδοση συναντήθηκαν οι δύο αετοί που έστειλε ο Δίας για να υποδείξουν το κέντρο της Γης.

Το τοπίο σε υποβάλλει, δυστυχώς όμως η έλλειψη ενημερωτικών πινακίδων απαιτεί καλή μελέτη πριν από την επίσκεψη. Αδιάβαστη έχει έρθει προφανώς η περαστική κοπέλα, που ακούω να ρωτά τον φίλο της εάν η Πυθία ήταν σαν καφετζού που κάπνιζε «χόρτο»... «Και όμως, λαϊκά δεν διέφερε από ένα μέντιουμ», μου λέει αργότερα σε μια παρέα ένας αρχαιολόγος. «Η Πυθία ερχόταν σε κατάσταση έκστασης και έβγαζε άναρθρες κραυγές, που ερμηνεύονταν από το ιερατείο». Η αξεπέραστη διπλωματία των Δελφών, που γνώριζαν όλα τα μυστικά των πόλεων και φρόντιζαν να κρατούν τις πολιτικές ισορροπίες, με κάνει να σκεφτώ την αντιστοίχιση με τη σύγχρονη διεθνή πολιτική σκηνή...

Συνεχίζω το όμορφο λιθόστρωτο προς το Μουσείο των Δελφών. Ανακαινίστηκε το 2004 και η πλούσια συλλογή του είναι εντυπωσιακή. Η Σφίγγα των Ναξίων, οι αρχαϊκοί κούροι του Κλέοβι και του Βίτωνα, ο κίονας με τις χορεύτριες και φυσικά ο Ηνίοχος σού κόβουν την ανάσα με την αριστοτεχνία και το μέγεθός τους. Στην έξοδο συναντώ τον Απόστολο Χατζηδήμου, υπεύθυνο Τύπου του Δήμου Δελφών. «Ξέρεις πόσος κόσμος δεν γνωρίζει ότι οι Δελφοί είναι πόλη;» μου λέει. «Προσπαθούμε να το προβάλουμε: είναι πόλη. Δεν έχει μόνο αρχαία. Είναι μια πόλη που έχει και αρχαία».

Η είσοδος στην πόλη των Δελφών αρχικά με προβληματίζει. Από τη μία πλευρά του δρόμου το ετοιμόρροπο αρχιτεκτονικό αριστούργημα του ξενοδοχείου Απολλώνιο, από την άλλη πλευρά το ξενοδοχείο Vouzas, αισθητικής δεκαετίας '70, σχεδόν απαράλλαχτο από τότε που φιλοξένησε τη γαμήλια δεξίωση της Βουγιουκλάκη και του Παπαμιχαήλ. Τελικά, αυτοί είναι οι Δελφοί: Ομορφα παραδοσιακά σπίτια που συνυπάρχουν με τσιμεντένια κουτιά, ταμπέλες νέον που ενοχλούν το βλέμμα, οικογενειακές ως επί το πλείστον τουριστικές επιχειρήσεις που δεν έχουν κατορθώσει να κάνουν το επόμενο βήμα. Ενας κλασικός τουριστικός προορισμός, που απέμεινε με την ανάμνηση της αίγλης του παρελθόντος. Της Δελφικής Ιδέας του Σικελιανού και της αγάπης του Κωνσταντίνου Καραμανλή για τον τόπο.

Ανηφορίζω μέχρι το σπίτι του Σικελιανού για να ανακαλύψω τη Δελφική Ιδέα, το όραμά του να αναβιώσει τα Πύθια και να ξεκινήσει τη δημιουργία ενός χώρου που θα ονόμαζε Δελφικό Πανεπιστήμιο και θα ήταν ο χώρος συνάντησης ανθρώπων της τέχνης και του πολιτισμού από όλο τον κόσμο. Η φύλακας του Μουσείου Δελφικών Εορτών, Κούλα Κώνστα, μιλά με πολλή αγάπη για την Εύα Σικελιανού, τη γυναίκα που μετουσίωσε την ιδέα του Σικελιανού σε πράξη. «Αμερικάνα και φιλέλλην, δεν έπαψε ποτέ να λατρεύει τον Σικελιανό. Δύο χρόνια μετά και τις δεύτερες Δελφικές Εορτές, του 1931, επέστρεψε στην Αμερική για να συγκεντρώσει χρήματα, διότι είχαν καταστραφεί οικονομικά. Δεν μπόρεσε όμως να γυρίσει, αφού χαρακτηρίστηκε αριστερή, παρά μόνο το 1952, ένα χρόνο μετά το θάνατο του Σικελιανού. Πέθανε στο Θέατρο των Δελφών παρακολουθώντας την παράσταση «Προμηθέας Δεσμώτης», που δόθηκε προς τιμήν της, και αναπαύεται πλέον εκεί όπου επιθυμούσε περισσότερο: στο νεκροταφείο των Δελφών». Τα κοστούμια των παραστάσεων, φτιαγμένα στον αργαλειό από την Εύα Σικελιανού, οι φωτογραφίες της Νέλλυ και αρκετά χειρόγραφα φιλοξενούνται στον ενδιαφέροντα χώρο. «Εμείς σκεφτόμαστε τους αρχαίους μόνο όταν τους έχουμε ανάγκη. Εκείνη τον λάτρεψε τον ελληνικό πολιτισμό», μου λέει η κυρία Κούλα και μου δείχνει τη φωτογραφία της Εύας Σικελιανού στην Αμερική, ντυμένη με τα αρχαϊκά ρούχα και τα σανδάλια της, που ποτέ δεν αποχωριζόταν.

Καταλήγω στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών. Ο σύγχρονος εκφραστής των Δελφών διοργανώνει πλούσιες πολιτιστικές εκδηλώσεις τους καλοκαιρινούς μήνες. Επίσης, διαθέτει ένα πολύ ενδιαφέρον υπαίθριο πάρκο γλυπτών - κάποια, δυστυχώς, όχι σε τόσο καλή κατάσταση. Τα γλυπτά έχουν ως θέμα τον Ομφαλό της Γης, αλλά υπάρχουν και έργα που έχουν δωρίσει καλλιτέχνες, όπως ο εξαιρετικός «Αϊ-Γιώργης» του Κώστα Τσόκλη. Ο φύλακας του κέντρου, Αρης Γούβαλης, με πληροφορεί ότι ακριβώς δίπλα, στον περίβολο του ξενοδοχείου Αμαλία, βρίσκεται το πρώτο γλυπτό που έφτασε στους Δελφούς, το «Δελφικό φως» του Γεράσιμου Σκλάβου, ο οποίος αυτοκτόνησε λίγο πριν το ολοκληρώσει. Στην πόλη υπάρχουν και τρία γλυπτά του Παύλου Κουγιουμτζή. Μια ιδέα του δημάρχου Δελφών Παναγιώτη Καλτσή είναι η πόλη να μετατραπεί σε ένα διεθνές πάρκο γλυπτικής και σκέφτομαι ότι η Δελφική Ιδέα δεν έχει πεθάνει, αλλά μπορεί να υλοποιηθεί με χίλιους τρόπους...

«Μη φύγεις από τους Δελφούς εάν δεν δεις την ντροπή του Pavilion του Πικιώνη», με συμβουλεύουν όλοι. Η θέα από το περίπτερο είναι καταπληκτική, όμως η κατάσταση του όμορφου κτίσματος λυπηρή. Σε μικρή απόσταση βρίσκονται τα υπολείμματα της Αγίας Τράπεζας του Οσίου Λουκά. Οπως μου περιέγραψε ο δήμαρχος, ο ναός γκρεμίστηκε κατ' εντολήν του ρηξικέλευθου Κωνσταντίνου Καραμανλή, όταν η εκκλησία διαμαρτυρήθηκε για την εγγύτητα του Pavilion, το οποίο είχε χτιστεί καθ' υπόδειξίν του. Εκεί συναντώ τυχαία τον μοναδικό κτηνοτρόφο των Δελφών, τον κύριο Φώτη. Μου εξιστορεί τα μεγαλεία του Pavilion, πριν μετατραπεί σε κλαμπ και τελικά αφεθεί από το κράτος στη μοίρα της αποσύνθεσης…

Το ελαιόφυτο Χρισσό

Κατηφορίζοντας προς το φωτογενές Χρισσό, την αρχαία Κρίσα, νιώθω τον βουνίσιο αέρα να μαλακώνει. Η αίγλη της παλαιότερης ευημερίας από το εμπόριο ελιάς αντανακλάται στα καλοδιατηρημένα αρχοντικά και στα πέτρινα κτίρια, που κάποτε φιλοξενούσαν τα καταστήματα της παλιάς αγοράς. Κατηφορίζω τον κεντρικό δρόμο από το δημοτικό σχολείο μέχρι τις παρυφές του ελαιώνα της Αμφισσας, το Κρισσαίον Πεδίον της αρχαιότητας. Ακόμα και σήμερα, η πλειονότητα των κατοίκων ασχολείται, είτε αποκλειστικά είτε ως συμπληρωματική εργασία, με τις ελιές. Ο ελαιώνας αριθμεί πάνω από ένα εκατομμύριο δέντρα, από τα οποία παράγονται οι περίφημες ελιές Αμφίσσης.

«Εδώ ήταν κάποτε ο μπαχτσές των Δελφών», μου λέει με περηφάνια ο Μέγας Πέτρου, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Χρισσού, ενός πραγματικά ξεχωριστού συλλόγου. Εχει βραδιάσει όταν μπαίνω στην αίθουσα όπου φιλοξενείται και η υποδοχή είναι θερμή. Το κίτρινο φως ενός αμπαζούρ, οι μαυρόασπρες φωτογραφίες στους τοίχους και τα παιδιά που χοροπηδούν στους ρυθμούς ενός καλαματιανού, συνθέτουν μια αληθινή εικόνα του Χρισσού. Συναντώ νέους ανθρώπους από όλη τη γύρω περιοχή, που έχουν έρθει για το μάθημα παραδοσιακού χορού. «Εδώ οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν τις ευκαι-ρίες εργασίας που έχουν, για παράδειγμα, στην Αράχοβα», μου λέει ο πρόεδρος του Τοπικού Συμβουλίου, Παναγιώτης Ρομβοτσάνος. Ας είναι το Χρισσό άγνωστο στους περισσότερους και ας λένε οι ντόπιοι ότι αποτελεί την τρίτη επιλογή μετά την Αράχοβα και τους Δελφούς. αυτές οι προσπάθειες είναι που κρατούν ζωντανό έναν τόπο.

Πίσω στους Δελφούς, κάθομαι να απολαύσω ένα γνήσιο ρουμελιώτικο δείπνο σε ένα ήσυχο μπαλκόνι και διαβάζω για την παράδοση του ιερού. Σύμφωνα με το μύθο που επιβίωσε με τα Πύθια, το ιερό ήταν αφιερωμένο στη θεά Γη, με φύλακα τον δράκοντα Πύθωνα. Η αλλαγή επήλθε όταν ο Απόλλωνας, αφού σκότωσε τον Πύθωνα, ίδρυσε το δικό του ιερό. Φέρνω στο νου μου τους σύγχρονους που προσπάθησαν και αυτοί για την αλλαγή, τον Σικελιανό, τον Καραμανλή, αλλά και εκείνους που ακόμα αγωνίζονται, τους νεότερους ταγούς της Δελφικής Ιδέας, όπως και τους σύγχρονους περιβαλλοντολόγους, που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το ευαίσθητο οικοσύστημα του Παρνασσού… Θα καταφέρουν, άραγε, να σκοτώσουν τον δικό τους Πύθωνα;

Πηγή
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ecom1_1_03/02/2010_321978