Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΠΟΡΤΕΡ ΤΟΥ 1947 ΕΙΝΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 2014

Έχει  ασφαλώς την αξία της  η  αφήγηση  του κ. Πόρτερ για όσα  είδε στην Ελλάδα του 1947, ξέχασε όμως να μας πεί  ποιοί ήταν  αυτοί  που  στήριξαν  με κάθε  οικονομικό και στρατιωτικό μέσο  όλη την πυραμίδα  της  διεφθαρμένης  εξουσίας και του κεφαλαίου.Αξίζει τον κόπο να διαβάσετε  τα λεγόμενα  του κ. Πόρτερ, αλλά για να μπορέσετε να κάνετε συνειρμούς  στην  σωστή κατεύθυνση, διαβάστε παρακάτω και τί λέει  για  το σχέδιο Μάρσαλ και τους "δίκαιους" ...φίλους μας Αμερικανούς ο   Ν. Μπογιόπουλος










66 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ 

Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΑ... 




"...Υπάρχει μεγάλη ανομοιομορφία εις το βιοτικόν επίπεδον και τα εισοδήματα ανά την Ελλάδα. Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι κερδο­σκόποι και οι μαυραγορίται, διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνησις το αντιμετώπισεν αποτελεσματικώς. Εν τω μεταξύ αι λαϊκαί μάζαι περνούν μιαν αθλίαν ζωή. Οι κερδίζοντες είναι σχετικώς ολίγοι τον αριθμόν και ο συνολικός πλούτος των, περιερχόμενος εις τό σύνολον του πληθυσμού θα επέφερεν ελάχιστην βελτίωσιν των γενικών συνθηκών διαβιώ­σεως. Αλλ΄ ο πολυτελής τρόπος ζωής των εν μέσω της πτώχειας συντείνει εις το να εξοργίζη τας μάζας και να υπογραμμίζη την δυστυχίαν των πτωχών..."
Το 1947, ο Πωλ Πόρτερ, επικεφαλής της Επιτροπής για την Αμερικανική βοήθεια στην Ελλάδα, επισκέφθηκε τη χώρα προκειμένου να υποβάλει τα συμπεράσματά του.  
Συνέταξε τη γνωστή έκθεση ή Μνημόνιο Πόρτερ. 
Σε αυτή την έκθεση, περιγράφεται η Ελλάδα πριν από 66 χρόνια. 
Οι πολιτικοί, οι επιχειρηματίες, οι εφοπλιστές και βέβαια ο απλός κόσμος. 
Διαβάστε τα συμπεράσματα του Πόρτερ και βρείτε τις διαφορές με σήμερα. Η Ελλάδα είναι 66 χρόνια πίσω.

Γράφει ο Πόρτερ:

«Απ" ό, τι μπόρεσα να διαπιστώσω, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει καμιάν άλλη πολι­τική πρακτική από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια ώστε να διατηρηθεί στην εξουσία απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος. [...] στόχος της είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση των προνομίων μίας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα.

Η κλίκα αυτή είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει με κάθε μέσο τα οι­κονομικά της συμφέροντα και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το τι μπορεί να στοιχίσει αυτό στην οικονομία της χώρας. Τα μέλη αυτής της κλίκας επιθυμούν να διατηρήσουν άθικτο ένα φορολογικό σύστημα που τους ευνοεί, με αληθινά σκανδαλώδη τρόπο. Αντιτίθενται στον έλεγχο συναλλάγματος, γιατί αυτό θα τους εμποδίσει να εξάγουν τα κέρδη τους στις τράπεζες του Καΐρου και της Αργεντινής. Δεν διανοήθηκαν ποτέ να επενδύσουν τα κέρδη τους στη δική τους χώρα για να βοηθήσουν στην αναστήλωση της εθνικής οικονομίας.

Τα συμφέροντα των εφοπλιστών προστατεύονται επίσης με σκανδαλώδη τρόπο. Η ελληνική εμπορική ναυτιλία ανθεί στην εποχή μας και οι εφοπλιστές κερδίζουν τεράστια ποσά, αλλά το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος δεν απο­κομίζει κανένα όφελος απ" αυτό. Οι μισθοί των ναυτικών γυρίζουν στην Ελ­λάδα, αλλά οι εφοπλιστές ασφαλίζουν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους στις ξένες χώρες.

Κάθε επιχείρηση θα έπρεπε να πληρώνει μια σημαντική εισφορά στο κρά­τος, κάτω από την προστασία του οποίου λειτουργεί. Αυτό ισχύει κατά κύριο λόγο για την περίπτωση των εφοπλιστών, που τα μεγαλύτερα κέρδη τους προέρχονται από τα «Λίμπερτι», τα οποία τους παραχώρησε η αμερικανική Ναυτική Αποστολή με την εγγύηση του ελληνικού κράτους.

Η ομάδα πίεσης της καλής κοινωνίας - οι κομψοί κοσμοπολίτες που έχουν την έδρα τους στις Κάννες, στο Σαιν Μόριτς και στην αθηναϊκή πλατεία Κολωνακίου - θα ενεργοποιηθεί. 
Οι περισσότεροι απ" αυτούς είναι άνθρωποι πολύ γοητευτικοί, που μιλάνε πολύ καλά τα αγγλικά. Είναι πάντοτε πρόθυμοι, όταν πρόκειται να εξυπηρετήσουν την αμερικανική αποστολή για τα δικά τους συμφέροντα. Θυμάμαι ακόμα ένα από τα πιο επίσημα γεύματα ενός από τους σημαντι­κότερους τραπεζίτες, που με είχε καλέσει στη βίλα του των Αθηνών. Είχε τρεις σερβιτόρους με λιβρέα, μια ποικιλία απ΄ τα πιο φίνα κρασιά και φα­γητά διάφορα, περίφημα γαρνιρισμένα. Κατά τη διάρκεια του γεύματος, ένας από τους αντιπροσώπους της κλίκας που ανέφερα άρχισε να εξυμνεί τις ομορφιές της ζωής κοντά στη θάλασσα, καθώς και τις χαρές των αρι­στοκρατικών σπορ.

Η αντίθεση ανάμεσα στο γεύμα αυτό και στα παιδιά που πεθαίνουν από την πείνα στους δρόμους της Αθήνας είναι πραγματικά τρομερή.

Εδώ δεν υφίσταται κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Αντ΄ αυτού υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών, μερικοί από τους οποίους είναι χειρότεροι από άλλους, που είναι τόσο απασχολημένοι με τον προσωπικό τους αγώνα για εξουσία, ώστε δεν έχουν τον χρόνο να αναπτύξουν οικονομική πολιτική, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι είχαν την ικανότητα.

Υπάρχει μεγάλη ανομοιομορφία εις το βιοτικόν επίπεδον και τα εισοδήματα ανά την Ελλάδα. Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι κερδο­σκόποι και οι μαυραγορίται, διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνησις το αντιμετώπισεν αποτελεσματικώς. Εν τω μεταξύ αι λαϊκαί μάζαι περνούν μιαν αθλίαν ζωή. Οι κερδίζοντες είναι σχετικώς ολίγοι τον αριθμόν και ο συνολικός πλούτος των, περιερχόμενος εις τό σύνολον του πληθυσμού θα επέφερεν ελάχιστην βελτίωσιν των γενικών συνθηκών διαβιώ­σεως. Αλλ΄ ο πολυτελής τρόπος ζωής των εν μέσω της πτώχειας συντείνει εις το να εξοργίζη τας μάζας και να υπογραμμίζη την δυστυχίαν των πτωχών.

Δύο και ήμισυ έτη μετά την απελευθέρωσιν η Ελλάς ευρίσκεται εις μί­αν κατάστασιν νεκρώσεως παρά την ούσιαστικήν έξωτερικήν βοήθειαν και την αρμοδίαν εξωτερικήν καθοδήγησιν. 

Εις ολόκληρον την χώρα, απ΄ άκρου εις άκρη, κυριαρχεί μία γκρίζα ανυπεράσπιστη, βαθιά έλλειψη πίστης για το μέλλον - μία έλλειψη πίστης που οδηγεί σε πλήρη απραξία προς το παρόν. Οι άνθρωποι έχουν παραλύσει από την αβεβαιότητα και τον φόβο, οι επιχειρηματίαι δεν επενδύουν, οι καταστηματάρχαι δεν αποθηκεύουν προμήθειες.»
 

Σχέδιο Μάρσαλ | Του Νίκου Μπογιόπουλου
Λέγεται ότι «την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές». Στην Ελλάδα, λόγω των συνθηκών που διαμόρφωσε η ταξική πάλη και οι αγώνες του επαναστατικού κινήματος, αυτό τους έχει πέσει κομματάκι δύσκολο.
Εντούτοις οι «νικητές» ποτέ δεν παραιτούνται από την προσπάθεια παραχάραξης της Ιστορίας. Ειδικά σε εποχές όπως η σημερινή, που το σύστημά τους «μπάζει», επιδίδονται στη διαστροφή της αλήθειας με όρους ασύστολης προπαγάνδας.
Αν, μάλιστα, στην προπαγάνδα τους προστεθεί και η αγραμματοσύνη των «παπαγάλων» που βάζουν μπροστά για να επιτευχθεί η αποκολοκύθωνση της Ιστορίας, τότε εκείνο που προκύπτει είναι εκτρωματικά γελοίο.
*
Εσχάτως, λοιπόν, έχουν ανοίξει το κεφάλαιο «σχέδιο Μάρσαλ».
Οπου το σχέδιο Μάρσαλ ήταν κάτι το... καλόν, «έσωσε» τότε την Ελλάδα, και τώρα που η Ελλάδα είναι πάλι σε δύσκολη θέση «ευχής έργον» θα ήταν να είχαμε ξανά ένα «νέο σχέδιο Μάρσαλ»...
*
Για να μη μακρηγορούμε:
Το σχέδιο Μάρσαλ πράγματι ήταν «καλό». Οχι, όμως για την Ελλάδα του ελληνικού λαού. Ηταν «καλό» για τους απόντες από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και τους συνεργάτες των Γερμανών, που καθόλου δεν είχαν στο μυαλό τους τη βελτίωση των συνθηκών ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων παρά μόνο την αποκατάστασή τους στην εξουσία.
Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν «καλό» ως αντεπαναστατικό σχέδιο του ιμπεριαλισμού για το στέριωμα του καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη και στην Ελλάδα.
Αυτός ήταν και ο λόγος, μιλώντας ειδικά για την Ελλάδα, που τα κεφάλαια του δόγματος Τρούμαν και του σχεδίου Μάρσαλ χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά εναντίον του λαϊκού κινήματος, για τη διατήρηση - και με στρατιωτικά μέσα - των πλουτοκρατών στην εξουσία και προς όφελος του προσωπικού θησαυρισμού των κεφαλαιοκρατών.
*
Τι ήταν, όμως, αυτή η περίφημη «αμερικανική βοήθεια» το μαρτυρά το γεγονός ότι εκατοντάδες προσωπικές και οικογενειακές επιχειρήσεις έγιναν εν μια νυχτί βιομηχανίες στην καθημαγμένη Ελλάδα με τα κεφάλαια του σχεδίου Μάρσαλ.
Μόνο δέκα βιομηχανίες, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Συντονισμού Γ. Καρτάλη, τον Απρίλη του 1952, είχαν «απορροφήσει το 60% των πιστώσεων» που εκταμιεύτηκαν σε εφαρμογή του σχεδίου Μάρσαλ.
Αλλα 200 εκατομμύρια μοιράστηκαν σε 50 βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις. Από τα χρήματα αυτά, που διασπαθίστηκαν απροκάλυπτα και που όσοι τα έλαβαν δεν πλήρωσαν ποτέ μια δραχμή, αναδύθηκαν, πολλές φορές μέσα από τους μαυραγορίτες και τους δοσίλογους, τα νέα τζάκια των αμερικανοθρεμμένων μεγαλοβιομηχάνων και μεγαλεμπόρων.
*
Οι ΗΠΑ, όπως ομολογούσε ο ίδιος ο Porter, ο απεσταλμένος του Τρούμαν στην Ελλάδα, έκαναν «μια τόσο μεγάλη επένδυση» στη χώρα και συνεργάστηκαν με μια ελληνική κυβέρνηση που
«επικαλούμενη τον ίδιο της τον τεραστίων διαστάσεων αντικομμουνισμό ως επιχείρημα για την παροχή βοήθειας σε απεριόριστες ποσότητες (είχε) στόχο της... να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση μιας μικρής κλίκας από τραπεζίτες και εμπόρους, που αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».
Περιγράφοντας δε την ελληνική άρχουσα τάξη, της οποίας τον κλάδο των εφοπλιστών αποκαλούσε «αργυρώνητους ηλίθιους», δε δίσταζε να προσθέτει ότι
«είναι αποφασισμένη, πάνω απ΄ όλα, να προστατεύσει τα οικονομικά της προνόμια, όποιο κι αν είναι το κόστος σε ό,τι αφορά την οικονομική υγεία της χώρας».1
*
Ακόμα και οι εκτιμήσεις της εποχής ότι μόλις 500 οικογένειες των Αθηνών ελέγχουν την Ελλάδα αποδείχτηκαν... επιεικείς.
«Λέγεται - ανέφερε ο Μαρκεζίνης - ότι 500 οικογένειες κυβερνούν την Ελλάδα, εγώ όμως πιστεύω ότι δεν φτάνουν καν τις πεντακόσιες, αλλά είναι μόνο 200».2
Οσο για τη χρηματοδότηση του μεγάλου κεφαλαίου συνεχιζόταν με σκανδαλώδη τρόπο. Το βεβαιώνει και πάλι ο Porter, ο οποίος σημειώνει:
«Οι βιομήχανοι δεν επένδυαν περιμένοντας "δανεικά κεφάλαια", αν και κατά διάφορες εκτιμήσεις είχαν χρυσές λίρες. Οι εμπορικές τράπεζες όχι μόνο δεν διέθεταν πιστώσεις, αλλά δανείζονταν από την Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να πληρώσουν τους υπαλλήλους τους».
*
Αποτέλεσμα ήταν νέα μεγαλύτερα ελλείμματα και δημόσια χρέη που, ως συνήθως, επιχειρήθηκε να καλυφθούν είτε με άγριες φοροεπιδρομές στα πενιχρά εισοδήματα του λαού είτε με καινούργιους δανεισμούς.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, με τα μέλη της εγχώριας πλουτοκρατίας που αποτελούσαν «μέλη της κομψής διεθνούς κλίκας» από τον Οκτώβρη του ΄44 μέχρι τον Ιούνη του 1953 να έχουν ξεκοκαλίσει τα πάνω από 3,2 δισ. δολάρια της λεγόμενης «βοήθειας» (σ.σ.: με το σχέδιο Μάρσαλ να ανέρχεται περίπου στα 2 δισ. δολάρια, χωρίς εδώ να υπολογίζεται η άμεση στρατιωτική βοήθεια στο αστικό κράτος), με τους υπέρογκους εξοπλισμούς που άγγιζαν το 50% του προϋπολογισμού και με τη διατήρηση του υπέρογκου κρατικού καταπιεστικού μηχανισμού,
είναι φανερό γιατί η «βοήθεια» και η «σωτηρία» δεν είχαν σχέση με το λαό, αλλά με τη σωτηρία του καπιταλιστικού συστήματος.
*
Το τίμημα, αντίθετα, για το λαό ήταν βαρύ. Και πληρώθηκε σε πολλά επίπεδα.
Πληρώθηκε με τη φτώχεια, τη μετανάστευση εκατομμυρίων Ελλήνων, με τις ναπάλμ του Εμφυλίου, με τους «Νέους Παρθενώνες» και με μια δημοκρατία, που ο ίδιος ο Αμερικανός υπεύθυνος του σχεδίου στην Ελλάδα,
ο Τζέιμς Γουόρεν, την περιέγραφε σε συνέντευξή του ως εξής:
«(Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν)...μια πολύ αυστηρή συμφωνία, πολλές πτυχές της οποίας αποτελούσαν σαφή παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. Μπορεί κάλλιστα να πει κανείς ότι επρόκειτο όχι για απλή παρέμβαση, αλλά για επέμβαση στην εθνική κυριαρχία της χώρας».
Και παρακάτω:
«Η επιτυχία (σ.σ.: των «πατριωτών» κυβερνώντων - όπως τους αποκαλεί ο Αμερικανός) ήταν ότι έφεραν τους Αμερικανούς, όχι απλά ως συμβούλους, αλλά ως ελεγκτές και υπεύθυνους των αποφάσεων. Για τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα έπρεπε να καταπιεί την περηφάνια της και να αποδεχτεί ευρείες παρεμβάσεις. Αυτό ήταν το πνεύμα της συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών».3
*
Προφανώς, όταν τα παραπάνω τα δηλώνουν οι ίδιοι οι Αμερικανοί, εμείς δε χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτα περισσότερο, ούτε για το «σχέδιο Μάρσαλ», ούτε για τους... νοσταλγούς του.
***
1. Paul A. Porter: «Ζητείται ένα θαύμα για την Ελλάδα - Ημερολόγιο ενός προεδρικού απεσταλμένου», έκδοση «Bήμα - Μαρτυρίες».
2. Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940 - 1950, εκδόσεις «Θεμέλιο».
3. Εφημερίδα «Καθημερινή», 17 Ιουνίου 2007.